3/2/13


Από την πείρα της Χιλής το 1970-1973




Ο παρατεταμένος κοινωνικός πόλεμος στη χώρα μας, που καθιστά ρεαλιστική τη δυνατότητα σχηματισμού αριστερής κυβέρνησης, επέβαλλε το άνοιγμα της συζήτησης για τα θεωρητικά προβλήματα του κράτους και της εξουσίαςi. Στα πλαίσια αυτά έχει πιστεύουμε ενδιαφέρον η μελέτη του πιο προχωρημένου μέχρι τώρα ιστορικού παραδείγματος, της κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας στη Χιλή,ii ιδιαίτερα μάλιστα που στην τραγική της κατάληξη βασίζονται μια σειρά λαθεμένες, “αριστερέςiii” αντιλήψεις.
Οι αναλύσεις μας θα πάρουν υπόψη τη μεγάλη θεωρητική, αυτοκριτική προσπάθεια που κατέβαλλε μετά την ήττα το Κομμουνιστικό Κόμμα Χιλής, με σειρά άρθρων στελεχών του, βασισμένα σε συλλογικές επεξεργασίες.

1. Τα ιστορικά γεγονότα


Το φθινόπωρο του 1970, η Λαϊκή Ενότητα, μια συμμαχία του κομμουνιστικού, του σοσιαλιστικού, του ριζοσπαστικού και τριών άλλων μικρότερων κομμάτων, κέρδισε τις προεδρικές εκλογές αποσπώντας το 36% των ψήφων, έvαvτι 35% που πήρε o δεξιός υποψήφιος του Εθνικού Κόμματoς, Αλεσσάvτρι, και 27,8% που έλαβε o κεντρώος υποψήφιoς των Χριστιανοδημοκρατών, Τόμιτς.
Η εκλογή του Αλιέντε δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Το λαϊκό κίνημα της Χιλής και το Κομμουνιστικό κόμμα κατάφεραν να διαδραματίσουν περισσότερο ενεργητικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας ήδη από τη δεκαετία του 1930. Για παράδειγμα το 1938 το ΚΚ Χιλής συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάδειξη της πρώτης κυβέρνησης Λαϊκού Μετώπου στη Λατινική Αμερική η οποία έφραξε το δρόμο του ανερχόμενου φασισμού, προωθώντας δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και μερικά οικονομικά μέτρα βελτίωσης της αξιοθρήνητης πραγματικά ως τότε ζωής των εργαζομένων.
Σύμφωνα με το πρόγραμμά της η κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας προχώρησε αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της σε σειρά σημαντικών αλλαγών. Εθνικοποιήθηκε κατ' αρχήν o χαλκός, το σημαντικότερο προϊόν της χώρας που το εκμεταλλεύονταν ως τότε, αλλά και σήμερα, οι αμερικάνικες πολυεθνικές. Μέσα στα πρώτα δυο χρόνια διακυβέρνησης, οι εθνικοποιήσεις περιέλαβαν πολλούς άλλους καίριους κλάδους της οικονομίας όπως τα μεταλλουργεία, τα ορυχεία σιδηρομεταλλεύματος και νίτρου, τα εργοστάσια τσιμέντου, την κλωστοϋφαντουργία, την παραγωγή και διανομή ηλεκτρικού ρεύματος καθώς και τις τράπεζες.
Ο δημόσιος τομέας της οικονομίας παρήγαγε στα τέλη του 1972 περισσότερο από το 50% του ακαθάριστου βιομηχανικού προϊόντος. Συνολικά η βιομηχανική παραγωγή, επίσης, αυξήθηκε με γρήγορους ρυθμούς. Παράλληλα πήρε μέτρα εκδημοκρατισμού, προσπάθησε να οργανώσει από τα κάτω μορφές κρατικής εξουσίας (πχ λαϊκή πολιτοφυλακή, λαϊκά δικαστήρια), χωρίς όμως μεγάλη επιτυχία.
Τους τελευταίους μήνες του 1971, ένα περίπου χρόνο μετά την εκλογή του Αλιέντε, άρχισαν να διαφαίνονται οικονομικές δυσκολίες: άνοδος του κόστους ζωής, προβληματικός ανεφοδιασμός σε προϊόντα, κάμψη της παραγωγής.
Οι συνθήκες αξιοποιήθηκαν από τις αντιδραστικές δυνάμεις για να μειώσουν το κύρος της κυβέρνησης στο λαό και κυρίως στα μεσαία στρώματα και να προετοιμάσουν έτσι το έδαφος για στρατιωτικό πραξικόπημα, που οργανώθηκε με την καθοδήγηση της CIA.
Τα γεγονότα αυτά πυροδότησαν τότε έντονες συζητήσεις για τη στρατηγική των δρόμων περάσματος στο σοσιαλισμό. Από τη μια πριμοδότησαν απόψεις όπως ο “ιστορικός συμβιβασμός” του ΙΚΚ, και από την άλλη απόψεις για το ανέφικτο ενός “δημοκρατικού” δρόμου.
Ακόμα και σήμερα ομάδες της αριστεράς, παραμένουν σε αυτή την αντίληψη.
Η αφήγηση πχ της οργάνωσης ΔΕΑiv είναι η κάπως απλοϊκή εκδοχή. Μιλά για ψευδαισθήσεις “ειρηνικού και κοινοβουλευτικού” περάσματος στο σοσιαλισμό. Η ερμηνεία τους είναι περίπου η εξής: Η αριστερά παίρνει την κυβέρνηση με ένα “κευνσιανό” πρόγραμμα (πράγμα όχι ακριβές, αλλά και έτσι να ήταν, δεν είναι κακό με βάση την πείρα πχ των μπολσεβίκων), έχουμε έξαρση αγώνων, δημιουργούνται αυθόρμητα εργοστασιακές επιτροπές και άλλες αμεσοδημοκρατικές μορφές που μπορεί να αποτελέσουν εναλλακτικό κράτος. Όμως η κυβέρνηση δεν τις αξιοποιεί για να πάρει όλη την εξουσία αλλά συμβιβάζεται με τη δεξιάv και την αστική τάξη. Ο στρατός από τη φύση του οργανώνει συνωμοσίες και τελικά λόγω και των υποχωρήσεων της κυβέρνησης και της Αριστεράς πετυχαίνει πραξικόπημα.
Η ανάλυση είναι εντελώς απλοϊκή. Πάσχει από πλήρη έλλειψη υπολογισμού του πραγματικού συσχετισμού ταξικών και πολιτικών δυνάμεων. Δεν κάνει καμιά ανάλυση για τις αντιφάσεις της διαδικασίας. Καμία αναφορά στις ταξικές συμμαχίες και το ρόλο των μεσαίων στρωμάτων. Δείχνει άγνοια της πραγματικής εξέλιξης της στάσης του στρατού. Καμιά ιδέα για τις συνθήκες που κατέστησαν δυνατό το πραξικόπημα (το αντιμετωπίζουν σαν φυσική καταστροφή). Καμιά αναφορά στα ζητήματα οικονομικής αποτελεσματικότητας. Το μόνο που αναγνωρίζουν ίσως είναι καλές προθέσεις...
Αλλά και μια πιο σοβαρή εκδοχή των γεγονότων (πχ Καλτσώνης, 2012 ) περιγράφει τα γεγονότα με έναν αρκετά σχηματικό τρόπο. Δεν κατανοεί τις πραγματικές αντιφάσεις του εγχειρήματος, όλα τα ανάγει στη θέληση του ΚΚ Χιλής, γενικά των κομμάτων, ερήμην του πραγματικού συσχετισμού. Αν ήθελε να πάρει την εξουσία (γιατί να μην θέλει;) το ΚΚ Χιλής, αν κέρδιζε τον στρατό, αν... Παραβλέπει εντελώς τα ζητήματα διαχείρισης και αποτελεσματικότητας της οικονομίας. Χαρακτηριστικά γράφει: “Φαίνεται πως στην κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας, ή τουλάχιστον στην πλειοψηφία της, υπήρξαν αυταπάτες για τις δυνατότητες της κυβέρνησης vα αντιμετωπίσει την oικovoμική κρίση και τηv επίθεση τoυ μεγάλου κεφαλαίου και τoυ ιμπεριαλισμού μέσα στα πλαίσια της καπιταλιστικής οικονομίας και χωρίς vα λυθεί τo πρόβλημα της εξουσίας”. Αν πάρουμε την παραπάνω δήλωση τοις μετρητοίς τι μπορεί να σημαίνει; ότι κακώς ο Αλιέντε ανέλαβε τη διακυβέρνηση αφού δεν μπορούσε να έχει όλη την εξουσία και αμέσως “σοσιαλισμό”.

2. Το πρόβλημα του συσχετισμού δυνάμεων


Πρώτο και κρίσιμο ζήτημα είναι ότι αυτές οι αναλύσεις παραβλέπουν τον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων.
Κατ' αρχήν τον εκλογικό (36% στην αρχή, 44% στο τέλος), που έδειχνε τους περιορισμούς ακόμα και απλής νομοθετικής δράσης, πόσο μάλιστα το μέγεθος της λαϊκής νομιμοποίησης. Αλλά ο εκλογικός συσχετισμός δεν είναι ο μοναδικός, ούτε ο κύριος. Οι χιλιανοί κομμουνιστές κάναν λόγο για τη διαφορά μεταξύ εκλογικής και δραστήριας πλειοψηφίαςvi, δηλαδή λαϊκής ετοιμότητας για δράση. Εκτιμούσαν ότι υπήρχαν σοβαρές αυταπάτες, και τάση ανάθεσης στην κυβέρνηση να λύσει τα προβλήματα. Δεν είναι τυχαίο ότι προσπάθειες που έγιναν για δημιουργία λαϊκής πολιτοφυλακής ή λαϊκών δικαστηρίων, δεν είχαν σοβαρά αποτελέσματα. Με τα λόγια του Λ Κορβαλάν: “ο λαός δεν είχε αντίληψη της αναγκαιότητας κατάληψης όλης της εξουσίας ... όταν προτείναμε τη δημιουργία λαϊκών δικαστηρίων η έλλειψη στις μάζες ξεκάθαρης αντίληψης μας ανάγκασε να υποχωρήσουμε ...”. Φυσικά η ανάγνωση των γεγονότων από τους αριστεριστές είναι ότι η κυβέρνηση υποχωρούσε στη Δεξιά και όχι ότι υποχωρούσε αναγκαστικά λόγω της μη κατανόησης του μέτρου από τις μάζες. Τυπικό δείγμα πολιτικού πρωτογονισμού που συναντάται και σήμερα στην κριτική που γίνεται για “δεξιά στροφή” του ΣΥΡΙΖΑ.
Σημαντικότερο στοιχείο του συσχετισμού λοιπόν είναι το τι αντιλήψεις κυριαρχούν στο λαό. Μιλώντας για το σήμερα στη χώρα μας, η αντιμνημονιακή πλειοψηφία ούτε συμπαγής είναι ούτε αριστερή, κυριαρχείται από μικροαστικές αυταπάτες, αυταπάτες επιστροφής στην προ κρίσης εποχή, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Ακόμα και οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι προσανατολισμένοι στο ότι πρέπει η χώρα να αλλάξει παραγωγικό και καταναλωτικό πρότυπο. Αυτό συνιστά το κρίσιμο στοιχείο του συσχετισμού δυνάμεων, πέρα από την εκλογική επιρροή.
Παραπέρα, στο συσχετισμό συνυπολογίζονται και μια σειρά άλλοι παράγοντες από πιο σοβαρούς, όπως η διεθνής κατάσταση, το ποιες δυνάμεις κυριαρχούν και τι πολιτικές εφαρμόζονται στην Ευρώπη και τον κόσμο, μέχρι την κατάσταση και τη δύναμη του συνδικαλιστικού κινήματος. Στην πραγματικότητα συνυπολογίζονται δεκάδες άλλοι παράγοντες. Αυτό δεν σημαίνει ότι κανείς πρέπει να υποταχθεί στο συσχετισμό, αλλά να τον πάρει υπόψιν για να μπορεί να τον αλλάξει κατά τον δυνατόν. Όμως έτσι ή αλλιώς ο συσχετισμός είναι ένας αντικειμενικός παράγοντας κάθε στιγμή, που δεν αλλάζει ετσιθελικά. Εδώ γίνεται ένα διπλό λάθος. Κάποιοι δεν υπολογίζουν τους αντικειμενικούς παράγοντες πχ διεθνές περιβάλλον, διάταξη πολιτικών δυνάμεων κτλ, και δεύτερο θεωρούν ότι ο λαός, ή η εργατική τάξη είναι πάντα “αριστερή” και πάντα έτοιμη για επανάσταση. Στη θέση μιας νηφάλιας εκτίμησης βάζουν τις επιθυμίες τους.
Να σημειώσουμε ότι στην αρχή της μεταβατικής διαδικασίας τα πράγματα είναι πιο εύκολα. Μετά, ανάλογα και με τα μέτρα που παίρνονται, οξύνεται η ταξική πάλη και έχουμε διαφοροποίηση του συσχετισμού, ευνοϊκότερη ή και δυσμενέστερη αν πχ τα μεσαία στρώματα στραφούν πάλι προς την αστική τάξη. Βασικό ζήτημα στον υπολογισμό των ταξικών δυνάμεων είναι οι ταλαντεύσεις των μεσαίων στρωμάτων. Στη Χιλή ο εκλογικός συσχετισμός ακολούθησε αυτή την πορεία. Από το 36% το 1970 πήγε στο 44% το 1972, αλλά μετά την αντεπίθεση της αστικής τάξης, εγχώριας και διεθνούς, και λάθη που στρέψανε τους μικροαστούς δεξιά, ο συσχετισμός χειροτέρεψε αισθητά. Σε αυτές τις συνθήκες δεν νομίζουμε ότι είναι ρεαλιστικό να βάλεις ζήτημα κατάκτησης ολόκληρης της εξουσίας, αντίθετα πρέπει να εξετάσεις σοβαρά την πιθανότητα προσωρινής υποχώρησης, πχ με διεξαγωγή εκλογών, ώστε ο λαός να λύσει το ζήτημα.
Γενικά το ζήτημα του να κρατάς ανοικτή την πιθανότητα υποχώρησης όταν χάνεις την πλειοψηφία, δεν ήταν στην προβληματική της κυβέρνησης της λαϊκής ενότητας, για αυτούς το να προχωρήσουν ήταν μονόδρομος.
Παρεμπιπτόντως να πούμε ότι και η στάση μερίδων ή ομάδων της εργατικής τάξης μπορεί να είναι προβληματική. Προβλήματα εμφανίζονται με τη μορφή του οικονομισμούvii, δηλαδή αδυναμίας να μπουν πάνω από τα στενά άμεσα οικονομικά συμφέροντα τα μακροπρόθεσμα πολιτικά. Να θυμίσουμε ότι παρόμοια προβλήματα αντιμετώπισαν και οι μπολσεβίκοι στις αρχές της επανάστασης πχ απεργία των σιδηροδρομικών. Τότε εκείνοι, καλώς ή κακώς, τη σύντριψαν με τις λόγχες. Μια αριστερή κυβέρνηση σήμερα ούτε μπορεί αλλά ούτε και θα θέλει να συμπεριφερθεί έτσι, άρα χρειάζεται από σήμερα μια πολιτική που να διαπαιδαγωγεί την εργατική τάξη στο να μπορεί να συμπεριφερθεί ηγεμονικά, και όχι οικονομίστικαviii.

3. Τα μεσαία στρώματα


Στη Χιλή τα μεσαία στρώματα στην αρχή ήταν ουδέτερα, μετά άρχισαν -σαν αποτέλεσμα των οικονομικών δυσκολιών και της όξυνσης της ταξικής πάληςix- να δυσφορούν, παραπέρα κάποια πέρασαν σε ανοικτά αντιδραστική θέση (ιδιοκτήτες φορτηγών, γιατροί, δικηγόροι) και τέλος πέρασαν μαζικά με την αστική τάξη. Τότε και μόνο τότε, ο στρατός ήταν έτοιμος για ανοικτή αντεπαναστατική δράση, όχι πιο πριν.
Αυτό δεν ήταν υποχρεωτικό να συμβεί. Και στην μπολσεβίκικη επανάσταση οι μικροαστοί (κύρια μεσαίοι αγρότες) ταλαντευόταν. Εκεί, παρόλο που είχε κατακτηθεί η εξουσία, ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι υπολόγιζαν πολύ σοβαρά τη στάση τους και έκαναν το παν για να διατηρήσουν όσο μπορούν τη συμμαχία. Η λεγόμενη ΝΕΠ (νέα οικονομική πολιτική, με αναζωογόνηση του καπιταλισμού αμέσως μετά την κατάκτηση της εξουσίας) σε ένα μεγάλο βαθμό αντιμετώπιζε και αυτή την ανάγκη. Αργότερα επί Στάλιν ακολουθήθηκε γραμμή βίαιης επίθεσης εναντίον τους -δικαιολογημένη ή όχι είναι άλλο ζήτημα– που μακροπρόθεσμα οδήγησε στην απομόνωση του καθεστώτος και στην ήττα. Να σημειώσουμε ότι η στάση των μεσαίων στρωμάτων επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό διάφορες μερίδες της εργατικής τάξης, έστω τις πιο καθυστερημένες. Η πολιτική συμμαχιών δεν αναιρεί τον ηγεμονικό ρόλο της εργατικής τάξης, ίσα-ίσα βοηθά στο να κατακτηθεί.
Ιδιαίτερα στη χώρα μας, που έχουμε εκτεταμένα μεσαία στρώματα, αλλά και μεγάλο μέρος των μισθωτών έχουν εισόδημα από πηγές αυτοαπασχόλησης, είναι σοβαρό ζήτημα. Τα στρώματα αυτά είναι κάτω από την ισχυρή επιρροή της αστικής ιδεολογίας. Είναι συνηθισμένα στη φοροδιαφυγή. Πριν την κρίση είχαν συνηθίσει στον υπερκαταναλωτισμό και σε γρήγορα κέρδη. Σήμερα αυτά κυρίως προσδοκάν μια επιστροφή στην πριν το 2008 εποχή, χωρίς να αλλάξει το παραγωγικό ή καταναλωτικό μοντέλο. Απεχθάνονται το κράτος, και το δημόσιο, εκτός αν είναι να τα στηρίξει. Η δουλειά μιας αριστερής κυβέρνησης δεν θα είναι εύκολη υπόθεση με αυτά. Και οι λαθεμένες ενέργειες αριστερίστικων στοιχείων είτε στον τομέα της οικονομίας, είτε της πολιτικής περιπλέκουν αφάνταστα το πρόβλημαx.

4. Το στρατιωτικό ζήτημα


Ένα συνηθισμένο λάθος είναι η αντιμετώπιση του ζητήματος των ενόπλων δυνάμεων σαν τεχνικό ζήτημαxi. Δηλαδή να μην καταλαβαίνουμε τις πολιτικές προϋποθέσεις και συνθήκες για να κινηθεί ο στρατός στη μια ή στην άλλη κατεύθυνση. Οι ιμπεριαλιστές το καταλάβαιναν πολύ καλά. Πχ “ο στρατηγός Βιώ ετοίμαζε πραξικόπημα για τις αρχές Οκτώβρη 1970. Η Ουάσιγκτον όμως τov 'συμβούλευσε' να σταματήσει γιατί, κατά τη γνώμη της, δεν ήταν αρκετά προετοιμασμένος αλλά ούτε ο χρόνος ήταν κατάλληλος. Κατά το Στέητ Ντιπάρτμεvτ, ένα τέτοιο εγχείρημα θα κατέληγε τώρα σε αποτυχία και θα ισχυροποιούσε την απήχηση της Λαϊκής Ενότητας στο λαό. Ίσως, μάλιστα, να τη βοηθούσε να λύσει, μια και καλή, το ζήτημα της εξουσίας και να της παρείχε τη δυνατότητα συντριβής όχι μόνο των πραξικοπηματιών αλλά ολόκληρου του αστικού κρατικού μηχανισμού”. (Καλτσώνης, 2012)
Η στάση του στρατού δεν είναι προκαθορισμένη. Για να κινηθεί, εκτός από την τεχνική προετοιμασία χρειάζεται το κατάλληλο κλίμα, και στην κοινωνία αλλά και στις τάξεις του. Τα στελέχη του ανήκουν ή αισθάνονται ότι ανήκουν στα μεσαία στρώματα και κινούνται ψυχολογικά και πολιτικά μαζί με αυτά. Για αυτό έχει μεγάλη σημασία ο γενικός συσχετισμός δυνάμεων και η πολιτική συμμαχιών με τα μεσαία στρώματα.
Φυσικά απαιτείται μια ορισμένη επαγρύπνηση, ακόμα και κάποια οργανωτική προετοιμασία για αντιμετώπιση μιας αντιδημοκρατικής εκτροπήςxii. Να υπενθυμίζουμε ότι ο λεγόμενος δημοκρατικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό δεν είναι κατ' ανάγκην ούτε ειρηνικός, ούτε απλός κοινοβουλευτικός περίπατοςxiii. Η αστική τάξη ξεκινά ένα λυσσασμένο πόλεμο που παίρνει τη μορφή της επενδυτικής αποχής της φυγής κεφαλαίων του σαμποτάζ της παραγωγής, της ανάληψης καταθέσεων, του λοκ-άουτ, της δημιουργίας μαύρης αγοράς κτλ. Επίσης δεν αποκλείονται προβοκάτσιες. Στη Χιλή πχ δυο μήνες μετά τις δημοτικές εκλογές δολοφονήθηκε από αναρχικούς ο πρώην υπουργός εσωτερικών επί προεδρίας του Χριστιανοδημοκράτη Φρέι. Σήμερα θα μπορούσαν να παίξουν το χαρτί της “τρομοκρατίας”. Από την άλλη, δυσκολίες πηγάζουν και από το γεγονός ότι οι αριστεριστές, μη κατανοώντας τον πραγματικό συσχετισμό, πιέζουν από τα “αριστερά”, δρουν σα να έχουμε όλη την εξουσία, σαν να πραγματοποιείται άμεσα σοσιαλιστική επανάσταση. Αυτό δείχνει η ιστορική πείρα και από τη δράση του ΜΙΡ στη Χιλή και του ΠΟΥΜ στην Ισπανία το 1936. Έτσι διευκολύνουν τη δημαγωγία της αστικής τάξης, αδυνατίζουν τη συμμαχία με τα μεσαία στρώματα, οδηγούν σε εξασθένιση τη λαϊκή πλειοψηφία, διευκολύνουν την ήττα της διαδικασίας.
Αν από λάθη ή άλλους λόγους χαθεί η πλειοψηφία, το να προετοιμάζεσαι για ένοπλη σύγκρουση είναι όχι μόνο τυχοδιωκτισμός αλλά και αυτοκτονία.xiv Η πιο λογική τακτική θα είναι μια προσωρινή υποχώρηση για να επανέλθεις όταν, και αν βελτιωθεί ο συσχετισμός δυνάμεων. Η αντίληψη ότι οι επαναστάτες δεν παραδίνουν την εξουσία ότι και αν γίνειxv, έχει οδηγήσει σε βαριές ήττες και φυσική εξόντωση της πρωτοπορίας.
Παρόλα αυτά, επαναλαμβάνουμε ότι αν οι προωθούμενες αλλαγές έχουν την ενεργητική στήριξη της πλειοψηφίας, τότε είναι εξαιρετικά δύσκολο να κινητοποιήσουν τον στρατό σε αντιδραστική κατεύθυνση, και στην απίθανη περίπτωση που γίνει αυτό, απλά διευκολύνεται η κατάληψη ολόκληρης της εξουσίας.

5. Η οικονομική διαχείριση


Το κύριο ζήτημα που θα κρίνει προς τα που θα πάνε τα πράγματα είναι το μέτωπο της οικονομικής διαχείρισης και της αποτελεσματικότητας. Οι εργαζόμενοι, τα μεσαία στρώματα προσδοκάν να δούνε τη βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου, κριτήριο της στάσης τους δεν είναι κατ' αρχήν, πχ το ποσοστό του κρατικοποιημένου τομέα, αλλά το αν και κατά πόσο αυτό βελτιώνει ή χειροτερεύει την κατάσταση.
Εδώ δεν έχουμε φυσικά ευγενή άμιλλα όπου κερδίζει ο καλλίτερος. Έχουμε όπως είπαμε, σκληρή ταξική πάλη, λυσσαλέα επίθεση από μέρους της αστικής τάξης, δυσπιστία από μεγάλη μερίδα μεσαίων στρωμάτων, ακόμα και δυσκολίες από κομμάτια της εργατικής τάξης που προτάσσουν τα στενά συντεχνιακά συμφέροντα τους. Στη Χιλή είχαμε απεργίες από εργατικά στρώματα, είτε αυθόρμητες είτε καθοδηγούμενες από αριστερίστικα στοιχεία που προεξοφλούσαν το ρεφορμιστικό χαρακτήρα της κυβέρνησης.
Εvα μήvα μετά τις εκλoγές η αvτιπoλίτευση συvέρχεται από τηv ήττα της και καθoδηγεί τηv απεργία στα μεταλλεία χαλκoύ "Ελ Τεvιέvτε”. Αv και συμμετέχει σε αυτήv μόvo τo 35% τoυ πρoσωπικoύ, η απεργία διαρκεί oκτώ βδoμάδες και η παραγωγή πέφτει κατά 70%" (Καλτσώνης 2012).
Ή μήπως στη χώρα μας περιμένει κανείς καλλίτερη αντιμετώπιση από τις δυνάμεις του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τουλάχιστον με τη σημερινή τους πολιτική;
Στο μέτωπο της διαχείρισης περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων: η πλήρης αναδιοργάνωση και εκδημοκρατισμός του αναποτελεσματικού και ξεχαρβαλωμένου δημόσιου τομέα, η δυνατότητα ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος των δημόσιων επιχειρήσεων σε σχέση με τις καπιταλιστικές, ο δημοκρατικός και αποτελεσματικός σχεδιασμός, η στήριξη εργατικών αυτοδιαχειριστικών πρωτοβουλιών, η αντιμετώπιση προβλημάτων όπως η φοροδιαφυγή κτλ. Χρειάζεται η εργατική τάξη να αρθεί στο ύψος των στρατηγικών καθηκόντων της. Νέα συνειδητή εργασιακή πειθαρχία, παραγωγικότητα, πρωτοβουλίες κτλ, που δεν είναι δεδομένο ότι θα επιδειχθούν αν από τα σήμερα δεν προσανατολίζεται σε αυτά, αλλά περιορίζεται σε οικονομικά μόνο αιτήματα. Αυτό είναι μορφή εκδήλωσης της ηγεμονίας. Αν δεν επιδειχθεί, τότε το οικονομικό μέτωπο θα χαθεί και μαζί με αυτό το σύνολο τη διαδικασίας. Κάποιοι υποτιμούν εντελώς αυτό τον τομέα. Νομίζουν ότι απλά μια αναδιανομή θα κερδίσει τις εργαζόμενες μάζες και θα εξασφαλίσει την υποστήριξή τους. Η αναδιανομή είναι αναγκαία αλλά από μόνη της δεν αντιμετωπίζει το σύνολο των προβλημάτων της μεταβατικής περιόδου. Η αναδιανομή είναι ένα μόνο ζήτημα, και μάλιστα όχι το κύριο. Πρέπει και να παραχθεί πλούτος, αλλά με νέο τρόπο, με νέες παραγωγικές σχέσεις.
Πώς έλυσε αυτά τα ζητήματα η Χιλιανή επανάσταση; Με τα λόγια του Λ Κορβαλάν “...ήρθε στιγμή που απόκτησε αποφασιστική σημασία η ανάπτυξη της παραγωγής και της παραγωγικότητας της εργασίας ... ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις που πέρασαν στα χέρια του κράτους .... ωστόσο η περιφρονητική στάση απέναντι στα οικονομικά καθήκοντα και η απουσία πραγματικής καθοδήγησης της οικονομίας έκλινε τη ζυγαριά όχι προς το μέρος μας” (ΠΕΣ 1/1978).
Φυσικά μπορεί να υπάρξει και μια εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση:
“Τέλος, στov τομέα της αύξησης της παραγωγής και της παραγωγικότητας της εργασίας τα αποτελέσματα τωv εκκλήσεων της κυβέρνησης ήταv βέβαια αξιόλογα αλλά όχι καθοριστικά. Σε συνθήκες καπιταλιστικής oικovoμίας και, κυρίως, αστικής εξουσίας, oι στόχoι αυτoί δεv μπoρoύv vα εκπληρωθούν με τov τρόπo και στo βαθμό πoυ γvώρισε η αvθρωπότητα μετά τις μεγάλες σoσιαλιστικές επαvαστάσεις τoυ 20oύ αιώvα (Καλτσώνης, 2012).
Αφήνουμε κατά μέρος το πώς “έλυσαν οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις του 20ου αιώνα το ζήτημα της παραγωγικότητας”. Σε αυτό που μας ενδιαφέρει: είναι εντυπωσιακό ότι αυτό ακριβώς που πρέπει να κάνει μια μεταβατική αριστερή κυβέρνηση, δηλαδή να πείσει με την οικονομική της αποτελεσματικότητα ευρύτερες μάζες για την ανάγκη του σοσιαλισμού, ο Καλτσώνης λέει ότι δεν γίνεται. Αν είναι έτσι, έχει δίκιο το ΚΚΕ που για τα πάντα θέτει προαπαιτούμενο τη λαϊκή εξουσία.
Παραμελώντας όμως το άμεσο στο όνομα του σοσιαλισμού, κλείνεις έτσι την πόρτα και στο άμεσο και στον σοσιαλισμό.

6. Μακρά και όχι σύντομη μεταβατική περίοδος


Η στρατηγική του δημοκρατικού δρόμου, με αφετηρία μια αριστερή κυβέρνηση που δεν θα έχει αρχικά όλη την εξουσία είναι μια μακριά μεταβατική περίοδος με δύο βασικούς στόχους. α) Την κατάληψη όλης της εξουσίας και β) την προσπάθεια να κατανοήσει ο λαός με τη δική του πείρα την ανάγκη για βαθύτερες ριζοσπαστικές αλλαγές στην κατεύθυνση του σοσιαλισμού.xvi Βασική προϋπόθεση: κάθε μεγάλο ζήτημα να μπαίνει στη λαϊκή ετυμηγορία για έγκριση. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό του δημοκρατικού δρόμου, που δεν είναι κατ' ανάγκη ειρηνικός, ούτε ένας απλός κοινοβουλευτικός περίπατος. Αν σε κάποια φάση χαθεί η πλειοψηφία πρέπει να προβλέπεται και η δυνατότητα υποχώρησης. Η κυβερνητική εναλλαγή δεν είναι κατ' ανάγκη στρατηγική ήττα, μπορεί να είναι πιθανά ο καλλίτερος δρόμος για να πειστούν ταλαντευμένες μάζες για την ορθότητα του σοσιαλιστικού δρόμου, και να επανέλθεις με καλύτερους όρους. Στρατηγική ήττα θα ήταν μια εκτροπή και η φυσική εξόντωση της πρωτοπορίας, έργο που το έχουμε δει επανειλημμένα στην ιστορία.
Όλα θα κριθούν από την ολοκλήρωση της οικοδόμησης ενός συνασπισμού εξουσίας από τις εκμεταλλευόμενες μάζες, διαδικασία που στη χώρα μας έχει μεν αρχίσει, αλλά απέχει αρκετά ακόμα από το να είναι τελειωμένη. Επίσης από την κατάκτηση της ηγεμονίας από την τάξη των μισθωτών, που είναι ακόμα ζητούμενο. Και τέλος από την πολιτική ωριμότητα και θεωρητική προετοιμασία των πολιτικών υποκειμένων της Αριστεράς. Αυτά είναι κατά τη γνώμη μας και τα βασικά διδάγματα της Χιλιανής εμπειρίας.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  1. Πουλαντζάς Ν., Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός, Εκδόσεις ΘΕΜΕΛΙΟ.
  2. Καλτσώνης Δ., Η κυβέρνηση της Λαϊκής ενότητας στην Χιλή 1970-1973, Ηλεκτρονική έκδοση, Εργατικός αγώνας (2012).
  3. Αφιέρωμα εκτός γραμμής: φάκελος “Η αριστερά στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία;', http://ektosgrammis.gr/index.php.
  4. Κορβαλαν Λ., Ο μη ένοπλος δρόμος της επανάστασης - Πώς διαμορφώθηκε αυτός στη χώρα μας, ΠΕΣ 1/1978.
  5. Ινσούσα Χ., Διδάγματα από τα γεγονότα στη Χιλή, ΠΕΣ 5/1977.
  6. Ροντρίγκες Π., Το πρόβλημα υπεράσπισης της λαϊκής εξουσίας, ΠΕΣ 6/1977, επίσης άρθρα των Τέτελμποιμ, Ο. Μίλιας, Φάσο στο αφιέρωμα των ΠΕΣ 1977-1978.
  7. Μπελαντής Δ., Το εγχείρημα του “ειρηνικού” δρόμου, περιοδικό ΘΕΣΕΙΣ τεύχος 105, 2008.
  8. Σωτήρης Π., Η πολιτική κρίση, η Αριστερά και η δυνατότητα ενός νέου ιστορικού μπλοκ, Εκτός Γραμμής, http://ektosgrammis.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=1784:2012-11-11-09-38-10&catid=161:-30-&Itemid=646
iΠχ περιοδικό “εκτός γραμμής”, φάκελος “η αριστερά στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία;' http://ektosgrammis.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=1767:2012-10-15-21-18-45&catid=161:-30-&Itemid=639, Δ. Καλτσώνης η κυβέρνηση της Λαϊκής ενότητας στην Χιλή 1970-1973, ηλεκτρονική έκδοση, Εργατικός αγώνας (2012).
iiΠροκαλεί εντύπωση που κάποιες σχετικές μελέτες δεν κάνουν καθόλου λόγο σε αυτήν. Πχ ο Μπελαντής στο σχετικό άρθρο του στις ΘΕΣΕΙΣ το 2008, σε σύνολο 38 σελίδων δεν λέει την παραμικρή κουβέντα (!)
iiiΓια τις οποίες, σωστά παρατηρεί το εισαγωγικό σημείωμα στο αφιέρωμα του περιοδικού εκτός γραμμής: “... από τη μεριά των οργανώσεων της επαναστατικής Αριστεράς ορίστηκε ως η αναγκαία επιβεβαίωση μιας στην πραγματικότητα ανεύρετης εξεγερσιακής στρατηγικής, που στην καλλίτερη περίπτωση έμεινε διακήρυξη και στη τραγικότερη οδήγησε σε μια αυτοκαταστροφική εμπλοκή με τις παραλλαγές του αντάρτικου.”
vΚατηγορούν στα σοβαρά την κυβέρνηση της λαϊκής Ενότητας ότι “επέτρεψαν στη Δεξιά να έχει εφημερίδες, ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς ...”
viΛ. Κορβαλάν: “... πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν κάνουμε λόγο για πλειοψηφία γενικά, αλλά για τη δραστήρια πλειοψηφία ... η πλειοψηφία γενικά, είναι πολλές φορές ανεπαρκής, ή μπορεί μερικές φορές αυτή προσωρινά να μην υπάρχει ... η έννοια του ευνοϊκού συσχετισμού είναι πιο πλούσια και σύνθετη ... περιλαμβάνει το μαχητικό πνεύμα, την οργανωτικότητα, την ομοιογένεια των αντιλήψεων ... και σαν ειδικό παράγοντα τον στρατιωτικό συντελεστή.” Προσέξτε τη λεπτομέρεια του “να μην υπάρχει” (οφειλόμενη προφανώς στη λενινιστική κληρονομιά). Στη δική μας αντίληψη η πλειοψηφία πρέπει πάντα να υπάρχει, όχι φυσικά για ηθικούς λόγους, αλλά σαν πολιτική προϋπόθεση επιβίωσης της αριστερής κυβέρνησης.
viiΟ οικονομισμός με τη μορφή του καταναλωτισμού, δηλαδή την υποταγή στην αστική ιδεολογία.
viiiΠ. Ροντρίγκες: “... να εξηγείται στις μάζες ότι σε τέτοιες στιγμές πρέπει να δεχτούν ορισμένες υλικές θυσίες στο όνομα της επανάστασης ...”
ixΟ Λ. Κορβαλάν κάνει αυτοκριτικά λόγο ακόμα και για πάλη ενάντια στα μεσαία στρώματα, που έδωσε ανάσα στην αστική τάξη και δυνατότητες να κτίσει συμμαχίες. (ΠΕΣ, 1/1978).
xΧ. ΙΝΣΟΥΝΣΑ “... οι ενέργειες των αριστεριστών προκάλεσαν αρχικά ανησυχία και μετά πανικό στα πλατιά ενδιάμεσα στρώματα ...” ΠΕΣ 5/1977.
xiΕξ άλλου με τη στρατιωτική τεχνολογία σήμερα είναι εκτός συζήτησης η ένοπλη σύγκρουση με το σύνολο του στρατού. Το ζήτημα είναι να εξασφαλιστούν οι πολιτικές προϋποθέσεις ώστε να καταστεί αδύνατη ή τουλάχιστον επιζήμια για την αντίδραση κάθε προσπάθεια εκτροπής.
xiiΟι Χιλιανοί πχ κάνουν λόγο για ειδικό συσχετισμό δυνάμεων στον στρατιωτικό τομέα, που δρα αποτρεπτικά. “ακόμα και όταν προκρίνεται ο ειρηνικός δρόμος ... η φροντίδα για έναν ευνοϊκό συσχετισμό στον στρατιωτικό τομέα είναι απαραίτητη για να εμποδιστεί η αντίδραση να αρχίσει ένοπλη πάλη.” (Χ. ΙΝΣΟΥΝΣΑ, ΠΕΣ 5/1977). Επίσης έχουν τη σημασία τους γεωστρατηγικοι παράγοντες και η διεθνής θέση της χώρας, πχ η συμμετοχή σε ολοκληρώσεις.
xiiiΠουλαντζάς, Το κράτος η εξουσία ο σοσιαλισμός.
xivΠολλές φορές η αντίδραση σε σπρώχνει σε αποφασιστική σύγκρουση σε μη ευνοϊκή στιγμή για να σε συντρίψει και να αποτρέψει το να επανέλθεις αργότερα. Αν δεχθείς την πρόκληση, το πιο πιθανό είναι η φυσική εξόντωση χιλιάδων αγωνιστών και η υποχώρηση του κινήματος για πολλά χρόνια. Μια σειρά δραματικά ιστορικά προηγούμενα, μαζί και στην χώρα μας το 1944-1949, το επιβεβαιώνουν.
xvΠ. Ροντρίγκες “...το επαναστατικό προλεταριάτο που άρχισε την επανάσταση είναι αδύνατο πια να σταματήσει...” ΠΕΣ 6/1977.
xviΤο κρίσιμο αυτό σημείο παραγνωρίζουν εντελώς κάποιες αναλύσεις (πχ Π. Σωτήρης) που θεωρούν προαπαιτούμενη την ύπαρξη μιας αριστερής και ιδεολογικά ώριμης πλειοψηφίας στο λαό, από παρθενογένεση. Έτσι εξηγείται και η κατάστρωση ενός μεταβατικού προγράμματος κατά βούληση, χωρίς υπολογισμό της πραγματικής λαϊκής συνειδητότητας, και ο χαρακτηρισμός ρεφορμιστικού οτιδήποτε λιγότερο “επαναστατικού”.